Το να ζεις στην άκρη της πατρίδας σου, το να προσπαθείς να υπάρχεις με αξιοπρέπεια, το να γεύεσαι τη διαφορετικότητα από την αρχή της ύπαρξής σου, το να θέλεις να είσαι Έλληνας πολίτης και να μην μπορείς
Το να ζεις στην άκρη της πατρίδας σου, το να προσπαθείς να υπάρχεις με αξιοπρέπεια, το να γεύεσαι τη διαφορετικότητα από την αρχή της ύπαρξής σου, το να θέλεις να είσαι Έλληνας πολίτης και να μην μπορείς, είναι κάτι το οποίο σε ακολουθεί από την αρχή της γέννησής σου.
Ποιος αλήθεια στο αθηνοκεντρικό κράτος γνωρίζει τις ακριτικές περιοχές της Θράκης; Ακούμε, διαβάζουμε διάφορες γνώμες άσχετων κονδυλοφόρων για τους κατοίκους της Θράκης, αλλά... στην πραγματικότητα δεν γνωρίζουν στοιχειωδώς ποιοι αποτελούν το μωσαϊκό αυτής της κοινωνίας.
Έχουμε ακούσει πάμπολλες φορές για τους Πομάκους. Τι είναι άραγε αυτοί οι άνθρωποι; Έλληνες, Τούρκοι, Βούλγαροι, Αθίγγανοι; Κάποιοι λένε ότι είναι βουλγαρόφωνοι εξισλαμισμένοι αφού στην πομακική διάλεκτο θα βρούμε πολλές σλαβικές λέξεις. Τι μας νοιάζει στο τέλος τέλος τι ακριβώς είναι, αφού ακόμα και εμείς οι "καθαροί" Έλληνες στο διάβα των αιώνων ούτε πού ξέρουμε από πού ακριβώς ερχόμαστε;
Αναλύσεις επί αναλύσεων και ουσία μηδέν. Επί δεκαετίες πολλές το ελληνικό κράτος τους είχε στο περιθώριο, αδυνατώντας ή ίσως μη θέλοντας να τους καταλάβει.
Ένα από αυτά λοιπόν τα μέρη όπου ζουν Πομάκοι είναι και η Ρούσσα στο νομό Έβρου.
Ένα χωριό ξεχασμένο από το Θεό, ανάμεσα στο Σουφλί και το Διδυμότειχο, δίπλα στα σύνορα με τη Βουλγαρία, όπου εκεί ζουν, υπάρχουν, αναπνέουν και αγωνίζονται να επιβιώσουν πάνω στην οροσειρά της Ροδόπης.
Εκεί ψηλά λοιπόν ζουν οι Έλληνες μουσουλμάνοι, όπως στα πεδινά ζουν οι Έλληνες Χριστιανοί.
Από την πρώτη επίσκεψη στη Ρούσσα καταλαβαίνεις τη φιλική διάθεση των ανθρώπων. Πρόσωπα χαρούμενα, γεμάτα ενδιαφέρον για τον απρόσμενο επισκέπτη. Στο καφενείο παππούδες παίζουν πρέφα φωνάζοντας για την λάθος κίνηση του συμπαίκτη τους. Μικρά παιδιά ντυμένα μοντέρνα, αγοράζουν τα απαραίτητα από το μπακάλικο-καφενείο του Χουσεΐν.
Ξαφνικά εκεί που δεν το περιμένεις, εμφανίζεται ένας όμορφος νεαρός φορώντας σκουλαρίκι. Και εδώ οι νέοι θέλουν να ντύνονται όπως και οι έφηβοι στο Σουφλί ή στο Διδυμότειχο.
Τα μηχανάκια πάνε και έρχονται με τους πιτσιρικάδες κάνοντας σούζες, πράγματα συνηθισμένα όπως σε κάθε πόλη της Ελλάδας.
Όμορφα κορίτσια, χωρίς μαντίλες στο κεφάλι, αλλά με την χαρακτηριστική βράκα, απολαμβάνουν τη βολτίτσα με το μηχανάκι-παπάκι και τις σούζες με τη "γουρούνα". Κοπέλες, οι οποίες χαίρονται έστω και τη μικρή αυτή ανεξαρτησία τους στο "χαμένο" αυτό χωριό, δηλώνοντας ότι θέλουν την εξέλιξη, περπατώντας στο δρόμο, χωρίς φοβίες και προκαταλήψεις για να κρυφτούν από τον άγνωστο χριστιανό.
Ξαφνικά ο Αλί, ένας πολύτεκνος πρώην ναυτικός, μας καλεί να πιούμε καμιά μπύρα και να πούμε και κανένα "μασάλι", αφού δεν υπάρχουν και πολλά να κάνεις χειμωνιάτικα. Έτσι η παρέα ανάβει, ενώ τα πειράγματα δίνουν και παίρνουν κάνοντας ευχάριστο το απόγευμα της Κυριακής.
Μου αρέσει πολύ όταν ανεβαίνω στη Ρούσσα, κάνοντας παρέα με αυτούς τους ευχάριστους και περήφανους ανθρώπους που βρίσκονται στην ακριτική Θράκη.
Ποιος αλήθεια στο αθηνοκεντρικό κράτος γνωρίζει τις ακριτικές περιοχές της Θράκης; Ακούμε, διαβάζουμε διάφορες γνώμες άσχετων κονδυλοφόρων για τους κατοίκους της Θράκης, αλλά... στην πραγματικότητα δεν γνωρίζουν στοιχειωδώς ποιοι αποτελούν το μωσαϊκό αυτής της κοινωνίας.
Έχουμε ακούσει πάμπολλες φορές για τους Πομάκους. Τι είναι άραγε αυτοί οι άνθρωποι; Έλληνες, Τούρκοι, Βούλγαροι, Αθίγγανοι; Κάποιοι λένε ότι είναι βουλγαρόφωνοι εξισλαμισμένοι αφού στην πομακική διάλεκτο θα βρούμε πολλές σλαβικές λέξεις. Τι μας νοιάζει στο τέλος τέλος τι ακριβώς είναι, αφού ακόμα και εμείς οι "καθαροί" Έλληνες στο διάβα των αιώνων ούτε πού ξέρουμε από πού ακριβώς ερχόμαστε;
Αναλύσεις επί αναλύσεων και ουσία μηδέν. Επί δεκαετίες πολλές το ελληνικό κράτος τους είχε στο περιθώριο, αδυνατώντας ή ίσως μη θέλοντας να τους καταλάβει.
Ένα από αυτά λοιπόν τα μέρη όπου ζουν Πομάκοι είναι και η Ρούσσα στο νομό Έβρου.
Ένα χωριό ξεχασμένο από το Θεό, ανάμεσα στο Σουφλί και το Διδυμότειχο, δίπλα στα σύνορα με τη Βουλγαρία, όπου εκεί ζουν, υπάρχουν, αναπνέουν και αγωνίζονται να επιβιώσουν πάνω στην οροσειρά της Ροδόπης.
Εκεί ψηλά λοιπόν ζουν οι Έλληνες μουσουλμάνοι, όπως στα πεδινά ζουν οι Έλληνες Χριστιανοί.
Από την πρώτη επίσκεψη στη Ρούσσα καταλαβαίνεις τη φιλική διάθεση των ανθρώπων. Πρόσωπα χαρούμενα, γεμάτα ενδιαφέρον για τον απρόσμενο επισκέπτη. Στο καφενείο παππούδες παίζουν πρέφα φωνάζοντας για την λάθος κίνηση του συμπαίκτη τους. Μικρά παιδιά ντυμένα μοντέρνα, αγοράζουν τα απαραίτητα από το μπακάλικο-καφενείο του Χουσεΐν.
Ξαφνικά εκεί που δεν το περιμένεις, εμφανίζεται ένας όμορφος νεαρός φορώντας σκουλαρίκι. Και εδώ οι νέοι θέλουν να ντύνονται όπως και οι έφηβοι στο Σουφλί ή στο Διδυμότειχο.
Τα μηχανάκια πάνε και έρχονται με τους πιτσιρικάδες κάνοντας σούζες, πράγματα συνηθισμένα όπως σε κάθε πόλη της Ελλάδας.
Όμορφα κορίτσια, χωρίς μαντίλες στο κεφάλι, αλλά με την χαρακτηριστική βράκα, απολαμβάνουν τη βολτίτσα με το μηχανάκι-παπάκι και τις σούζες με τη "γουρούνα". Κοπέλες, οι οποίες χαίρονται έστω και τη μικρή αυτή ανεξαρτησία τους στο "χαμένο" αυτό χωριό, δηλώνοντας ότι θέλουν την εξέλιξη, περπατώντας στο δρόμο, χωρίς φοβίες και προκαταλήψεις για να κρυφτούν από τον άγνωστο χριστιανό.
Ξαφνικά ο Αλί, ένας πολύτεκνος πρώην ναυτικός, μας καλεί να πιούμε καμιά μπύρα και να πούμε και κανένα "μασάλι", αφού δεν υπάρχουν και πολλά να κάνεις χειμωνιάτικα. Έτσι η παρέα ανάβει, ενώ τα πειράγματα δίνουν και παίρνουν κάνοντας ευχάριστο το απόγευμα της Κυριακής.
Μου αρέσει πολύ όταν ανεβαίνω στη Ρούσσα, κάνοντας παρέα με αυτούς τους ευχάριστους και περήφανους ανθρώπους που βρίσκονται στην ακριτική Θράκη.
Πηγή: pheme.gr (Γιώργος Χατζίδης)
ΣΧΟΛΙΑ
Μπορείτε να σχολιάσετε μέσω Facebook ή Blogger (Google) επιλέγοντας την αντίστοιχη καρτέλα από πάνω