«Εμείς που ζούμε στην περιοχή έχουμε υποχρέωση να δείξουμε ότι η χρήση κυανίου σημαίνει θάνατος. Όποιος υποστηρίζει ότι δεν θα χρησιμοποιηθεί κυάνιο οφείλει να μας το αποδείξει και μέχρι στιγμής δεν υπάρχει κάτι τέτοιο. Όποιος μας λέει ότι το κυάνιο δεν βλάπτει, μας κοροϊδεύει», υποστήριξε ο Γιώργος Πεταλωτής σε πρόσφατη συνέντευξη του για τις σκέψεις επένδυσης του χρυσού στην Θράκη.
Όπως τόνισε ο Υφυπουργός Δικαιοσύνης και βουλευτής Ροδόπης του ΠΑΣΟΚ, «είναι στο χέρι και της τοπικής κοινωνίας αλλά και όλων των πολιτικών της περιοχής να αρνηθούμε μια τέτοια ανάπτυξη. Οι αντιδράσεις μας θα πρέπει να είναι συντονισμένες, σταθερές. Με σοβαρότητα, νηφαλιότητα, χωρίς λαϊκισμούς θα πρέπει να απαντάμε σε κάθε πρόταση που καταστρέφει το περιβάλλον στην περιοχή μας».
Όπως τόνισε ο Υφυπουργός Δικαιοσύνης και βουλευτής Ροδόπης του ΠΑΣΟΚ, «είναι στο χέρι και της τοπικής κοινωνίας αλλά και όλων των πολιτικών της περιοχής να αρνηθούμε μια τέτοια ανάπτυξη. Οι αντιδράσεις μας θα πρέπει να είναι συντονισμένες, σταθερές. Με σοβαρότητα, νηφαλιότητα, χωρίς λαϊκισμούς θα πρέπει να απαντάμε σε κάθε πρόταση που καταστρέφει το περιβάλλον στην περιοχή μας».
ΕΙΛΙΚΡΙΝΑ, απορώ με το μένος του Γιώργου Πεταλωτή και ορισμένων άλλων, σχετικά με την επένδυση Χρυσού.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑν και είμαι περίπου ειδικός (επιστημονικά) με το αντικείμενο, ομολογώ ότι κάποια πράγματα σχετικά με το έργο δεν τα γνωρίζω, γιατί δεν έχω λεπτομερή και επαρκή ενημέρωση.
Ο κ. Πεταλωτής όμως, κ. Λαμπάκης, ο κ. Γιαννακίδης, οι δήμαρχοι Κομοτηνής και Σαπών, κάποιοι δημοτικοί – περιφερειακοί σύμβουλοι, αλλά και η Διανομαρχιακή Επιτροπή, συμπεριφέρονται σαν expert… ειδικοί γνώστες του αντικειμένου, έχοντας άποψη επί των πάντων.
Κάνουν αναλύσεις και προσεγγίσεις για τις επιπτώσεις της επένδυσης, που ακόμη και καθηγητές πανεπιστημίων με διατριβές στο αντικείμενο, θα ωχριούσαν μπροστά στη γνώση και στη σοφία τους…
Σε όλους αυτούς λοιπόν, απαντώ με ένα μικρό απόσπασμα από την απολογία του Σωκράτη:
«Απ’ αυτόν τον άνθρωπο εγώ είμαι σοφότερος. Γιατί, όπως φαίνεται, κανένας από τους δύο μας δεν γνωρίζει τίποτα σπουδαίο. Όμως αυτός νομίζει ότι γνωρίζει, ενώ δεν γνωρίζει. Ενώ εγώ δεν γνωρίζω βέβαια τίποτα, αλλά ούτε και νομίζω ότι γνωρίζω. Φαίνεται ότι από εκείνον, γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, είμαι λίγο σοφότερος, γιατί εκείνα που δεν γνωρίζω, δεν νομίζω ότι τα γνωρίζω. Μετά πήγα σε κάποιον άλλον, από εκείνους που θεωρούνται σοφότεροι απ’ αυτόν, και κατάλαβα ότι συμβαίνει και μ’ αυτόν ακριβώς το ίδιο. Έτσι με αντιπάθησε κι εκείνος και πολλοί άλλοι...»