Η ενεργειακή φτώχεια δεν είναι «φυσικό φαινόμενο». Είναι πολιτικό έγκλημα. Οι αιτίες της είναι γνωστές...
Γράφει η Ιωάννα Λιούτα*
Σε μια χώρα όπου ο ήλιος καίει όλο και πιο ανελέητα, τα περισσότερα νοικοκυριά δεν μπορούν να κρατήσουν το σπίτι τους δροσερό το καλοκαίρι. Δεν μιλάμε για «λίγη ζέστη». Μιλάμε για καύσωνα, για θερμοκρασίες που τσακίζουν κορμιά, για 48.000 θανάτους από τη ζέστη μόνο το 2023 σε όλη την Ευρώπη. Με βάση στοιχεία της Eurostat, τουλάχιστον 2 στα 10 νοικοκυριά στην Ευρώπη δεν μπορούν να διατηρήσουν τα σπίτια τους δροσερά. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat το 34% των ελληνικών νοικοκυριών δυσκολεύεται να διατηρήσει δροσερό το σπίτι του. Το ποσοστό αυτό είναι ένα από τα υψηλότερα στην Ευρώπη.
Μια έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ έδειξε ότι το 28,8% του συνολικού πληθυσμού και το 47,6% του φτωχού πληθυσμού αδυνατούν να διατηρήσουν τη κατοικία τους σε άνετη θερμοκρασία το καλοκαίρι.
Το φαινόμενο πλήττει ιδιαίτερα τις ευάλωτες ομάδες πληθυσμού, όπως οι μονογονεϊκές οικογένειες και οι ηλικιωμένοι, που συχνά ζουν σε σπίτια με ανεπαρκή μόνωση. Μιλάμε για την καθημερινή μάχη της φτωχολογιάς να επιβιώσει σε πόλεις που μετατρέπονται σε φούρνους.
Η ενεργειακή φτώχεια δεν είναι «φυσικό φαινόμενο». Είναι πολιτικό έγκλημα.
Οι αιτίες της είναι γνωστές: ανεπαρκής στέγαση, ενεργειακή αναποτελεσματικότητα, οικονομική ασφυξία. Όμως οι Κυβερνήσεις και εδώ και στις Βρυξέλλες περιορίζονται σε παχιά λόγια και «πράσινα» ευχολόγια, ενώ αφήνουν τις λαϊκές γειτονιές να ψήνονται.
Η ενεργειακή φτώχεια είναι κυρίως αστικό φαινόμενο.
Στα τσιμεντένια τοπία των μεγάλων πόλεων, χωρίς πράσινο, η θερμοκρασία είναι 7 έως 10 βαθμούς πιο ψηλή από την ύπαιθρο. Τα διαμερίσματα στις πολυκατοικίες έχουν τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να υπερθερμανθούν σε σχέση με μονοκατοικίες. Οι πόλεις βράζουν και οι φτωχοί ψήνονται.
Και ενώ η πολιτεία μάς λέει «βάλε air condition», ξεχνά να αναφέρει ότι η χρήση του διογκώνει τις θερμικές νησίδες και φορτώνει το ήδη ακριβό ρεύμα στις πλάτες μας.
Μέσα σε 12 μήνες, η ακρίβεια σάρωσε:
Πρόκειται για κοινωνικό στραγγαλισμό, όχι για «ανωμαλίες της αγοράς».
Η ευθύνη έχει όνομα.
Η Κυβέρνηση γνωρίζει ότι οι χαμηλόμισθοι, οι ηλικιωμένοι, τα παιδιά, οι εργάτες στα γιαπιά και στις λαϊκές αγορές πληρώνουν το μεγαλύτερο τίμημα.
Ξέρει ότι η κλιματική κρίση είναι ήδη εδώ και χτυπά πρώτα και πιο σκληρά τους πιο φτωχούς.
Και όμως, προτιμά να χαρίζει προνόμια στις ενεργειακές εταιρείες, να αφήνει την κερδοσκοπία στην αγορά κατοικίας ανεξέλεγκτη και να κλείνει το μάτι στα μονοπώλια τροφίμων. Δεν είναι φυσική καταστροφή είναι ταξική πολιτική.
Και η απάντηση δεν είναι ατομική προσαρμογή, αλλά συλλογικός αγώνας:
* Η Ιωάννα Λιούτα είναι πολιτική και οικονομική αναλύτρια.
Πηγή: topontiki.gr
[post_ads]
Σε μια χώρα όπου ο ήλιος καίει όλο και πιο ανελέητα, τα περισσότερα νοικοκυριά δεν μπορούν να κρατήσουν το σπίτι τους δροσερό το καλοκαίρι. Δεν μιλάμε για «λίγη ζέστη». Μιλάμε για καύσωνα, για θερμοκρασίες που τσακίζουν κορμιά, για 48.000 θανάτους από τη ζέστη μόνο το 2023 σε όλη την Ευρώπη. Με βάση στοιχεία της Eurostat, τουλάχιστον 2 στα 10 νοικοκυριά στην Ευρώπη δεν μπορούν να διατηρήσουν τα σπίτια τους δροσερά. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat το 34% των ελληνικών νοικοκυριών δυσκολεύεται να διατηρήσει δροσερό το σπίτι του. Το ποσοστό αυτό είναι ένα από τα υψηλότερα στην Ευρώπη.
Μια έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ έδειξε ότι το 28,8% του συνολικού πληθυσμού και το 47,6% του φτωχού πληθυσμού αδυνατούν να διατηρήσουν τη κατοικία τους σε άνετη θερμοκρασία το καλοκαίρι.
Το φαινόμενο πλήττει ιδιαίτερα τις ευάλωτες ομάδες πληθυσμού, όπως οι μονογονεϊκές οικογένειες και οι ηλικιωμένοι, που συχνά ζουν σε σπίτια με ανεπαρκή μόνωση. Μιλάμε για την καθημερινή μάχη της φτωχολογιάς να επιβιώσει σε πόλεις που μετατρέπονται σε φούρνους.
Η ενεργειακή φτώχεια δεν είναι «φυσικό φαινόμενο». Είναι πολιτικό έγκλημα.
Οι αιτίες της είναι γνωστές: ανεπαρκής στέγαση, ενεργειακή αναποτελεσματικότητα, οικονομική ασφυξία. Όμως οι Κυβερνήσεις και εδώ και στις Βρυξέλλες περιορίζονται σε παχιά λόγια και «πράσινα» ευχολόγια, ενώ αφήνουν τις λαϊκές γειτονιές να ψήνονται.
Η ενεργειακή φτώχεια είναι κυρίως αστικό φαινόμενο.
Στα τσιμεντένια τοπία των μεγάλων πόλεων, χωρίς πράσινο, η θερμοκρασία είναι 7 έως 10 βαθμούς πιο ψηλή από την ύπαιθρο. Τα διαμερίσματα στις πολυκατοικίες έχουν τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να υπερθερμανθούν σε σχέση με μονοκατοικίες. Οι πόλεις βράζουν και οι φτωχοί ψήνονται.
Και ενώ η πολιτεία μάς λέει «βάλε air condition», ξεχνά να αναφέρει ότι η χρήση του διογκώνει τις θερμικές νησίδες και φορτώνει το ήδη ακριβό ρεύμα στις πλάτες μας.
Μέσα σε 12 μήνες, η ακρίβεια σάρωσε:
- Τα ενοίκια ανέβηκαν +11,4% (όταν ο μέσος όρος Ε.Ε. είναι 3,2%).
- Το ρεύμα +23,1% που είναι η τρίτη μεγαλύτερη αύξηση στην Ευρώπη.
- Το ψωμί +2%, το κρέας +6,2%, τα φρούτα +19,3%, ο καφές +16,8%.
Πρόκειται για κοινωνικό στραγγαλισμό, όχι για «ανωμαλίες της αγοράς».
Η ευθύνη έχει όνομα.
Η Κυβέρνηση γνωρίζει ότι οι χαμηλόμισθοι, οι ηλικιωμένοι, τα παιδιά, οι εργάτες στα γιαπιά και στις λαϊκές αγορές πληρώνουν το μεγαλύτερο τίμημα.
Ξέρει ότι η κλιματική κρίση είναι ήδη εδώ και χτυπά πρώτα και πιο σκληρά τους πιο φτωχούς.
Και όμως, προτιμά να χαρίζει προνόμια στις ενεργειακές εταιρείες, να αφήνει την κερδοσκοπία στην αγορά κατοικίας ανεξέλεγκτη και να κλείνει το μάτι στα μονοπώλια τροφίμων. Δεν είναι φυσική καταστροφή είναι ταξική πολιτική.
Και η απάντηση δεν είναι ατομική προσαρμογή, αλλά συλλογικός αγώνας:
- Για δημόσια, φθηνή και καθολική πρόσβαση στην ενέργεια.
- Για πράσινες, δροσερές πόλεις με υποδομές για όλους.
- Για κοινωνικό έλεγχο στην αγορά κατοικίας και προστασία των ενοικιαστών.
- Για αύξηση μισθών και πλαφόν στις τιμές βασικών αγαθών.
* Η Ιωάννα Λιούτα είναι πολιτική και οικονομική αναλύτρια.
Πηγή: topontiki.gr
[post_ads]
ΣΧΟΛΙΑ
Μπορείτε να σχολιάσετε μέσω Facebook ή Blogger (Google) επιλέγοντας την αντίστοιχη καρτέλα από πάνω