Δήμος Αλεξ/πολης: «Σε ζητήματα τέτοιας πολυπλοκότητας απαιτείται υπευθυνότητα, γνώση & συνεργασία - όχι απλοϊκές προσεγγίσεις & επιφανειακές κρίσεις»
Το Γραφείο Τύπου του Δήμου Αλεξανδρούπολης απέστειλε στα μέσα ενημέρωσης την παρακάτω ανακοίνωση - απάντηση σε σχόλιο του πρώην δημοτικού συμβούλου Αλεξανδρούπολης Παύλου Μιχαηλίδη, σχετικά με τις αποθήκες της πρώην ΚΥΔΕΠ στην Αλεξανδρούπολη που βγαίνουν σε πλειστηριασμό και την αδυναμία της δημοτικής αρχής να αποκτήσει το ακίνητο και να το αξιοποιήσει προς όφελος των πολιτών. (δείτε εδώ το σχόλιο του κ. Μιχαηλίδη)
Η απάντηση του Δήμου Αλεξανδρούπολης:
«Σε ό,τι αφορά το πρόσφατο δημοσίευμα σχετικά με τις αποθήκες ΚΥΔΕΠ και τα όσα αναφέρει ο κ. Παύλος Μιχαηλίδης - πρώην υποψήφιος δήμαρχος, πρώην επικεφαλής παράταξης και πρώην δημοτικός σύμβουλος - κρίνουμε αναγκαίο να αποσαφηνίσουμε ορισμένα κρίσιμα σημεία, ώστε να υπάρχει πλήρης εικόνα για τους δημότες και να αποφεύγονται παραπλανητικά συμπεράσματα.
Καταρχάς, το ακίνητο ανήκει σε έναν ιδιοκτήτη και όχι σε φορέα του δημοσίου και είναι υποθηκευμένο σε ελληνική τράπεζα και σε βρετανικό fund. Αυτή η νομική και οικονομική κατάσταση καθιστά ανέφικτη οποιαδήποτε απευθείας αγορά του ακινήτου από τον Δήμο, χωρίς προηγούμενη συμφωνία με όλους τους ενυπόθηκους και μη δανειστές πέραν του ιδιοκτήτη και διακανονισμό με όλους τους χρηματοπιστωτικούς φορείς, συμπεριλαμβανομένων του Δημοσίου.
Το ακίνητο πρόκειται να βγει σε πλειστηριασμό στην αντικειμενική του αξία που υπολείπεται της εμπορικής του κατά 3.000.000 €, καθόσον το ποσό που ζητήθηκε ως τίμημα για την αγορά του ήταν 5.000.000 €. Ένα ποσό που ήταν ανέφικτο για τον Δήμο Αλεξανδρούπολης να το καταβάλει, καθώς ούτε μπορούσαμε να διαθέσουμε σε μετρητά ούτε φυσικά να προβούμε σε δανεισμό από το Ταμείο Παρακαταθηκών, όπως έκαναν προηγούμενες διοικήσεις και ούτε φυσικά, ακόμη κι αν εξασφαλίζονταν με οποιονδήποτε τρόπο τα χρήματα αυτά, υπήρχαν επιπλέον 4.000.000 € για την απαιτούμενη αναστήλωση και διαμόρφωση του κτηρίου, για την οποία σύμφωνα με το πρότζεκτ που παρουσιάσαμε προέβλεπε να διαχωρίσουμε σε 44 - εσωτερικά του κτηρίου - ανοικτά καταστήματα, με ό,τι συμπεριλαμβάνει μια σκεπαστή παραδοσιακή αγορά και με μηνιαίο συμφωνημένο μίσθωμα στο ποσό των 24.000 ευρώ που θα εξασφαλιζόταν από την υπομίσθωση των επιμέρους καταστημάτων.
Ωστόσο, ο Δήμος δεν έχει τη δυνατότητα, νομικά και θεσμικά, να συμμετάσχει σε τέτοιες διαδικασίες πλειστηριασμού. Επιπλέον, ακόμη κι αν μπορούσε να αποκτήσει το ακίνητο, θα απαιτούνταν πολλαπλάσια κονδύλια για τη συντήρηση και την ανακατασκευή του, ποσά που δεν μπορούν να διασφαλιστούν για ιδιωτικό ακίνητο.
Μάλιστα, ο Δήμαρχος είχε πραγματοποιήσει συναντήσεις και επαφές τόσο με τον κύριο ιδιοκτήτη του ακινήτου όσο και με τις εμπλεκόμενες τράπεζες, με αντικείμενο την ενδεχόμενη εκμίσθωση του χώρου. Η ελληνική Τράπεζα ανταποκρίθηκε στις επαφές, ενώ η άλλη πλευρά (το βρετανικό fund) δεν απάντησε έως σήμερα.
Παράλληλα, είχαν γίνει στοχευμένες συζητήσεις με τον Περιφερειάρχη, προκειμένου να εξεταστεί η δυνατότητα ένταξης του έργου σε χρηματοδοτικό εργαλείο, εφόσον καταστεί εφικτή η χρήση του ακινήτου με τρόπο που να επιτρέπει τη δημόσια αξιοποίησή του, παρόλο που όλα τα χρηματοδοτικά εργαλεία απαιτούν ιδιοκτησία ή μακροχρόνια μίσθωση 20ετίας.
Κατανοούμε τη σημασία του δημόσιου διαλόγου και της κριτικής, αλλά σε ζητήματα τέτοιας πολυπλοκότητας απαιτείται υπευθυνότητα, γνώση και συνεργασία - όχι απλοϊκές προσεγγίσεις και επιφανειακές κρίσεις.»
[post_ads]
Η απάντηση του Δήμου Αλεξανδρούπολης:
«Σε ό,τι αφορά το πρόσφατο δημοσίευμα σχετικά με τις αποθήκες ΚΥΔΕΠ και τα όσα αναφέρει ο κ. Παύλος Μιχαηλίδης - πρώην υποψήφιος δήμαρχος, πρώην επικεφαλής παράταξης και πρώην δημοτικός σύμβουλος - κρίνουμε αναγκαίο να αποσαφηνίσουμε ορισμένα κρίσιμα σημεία, ώστε να υπάρχει πλήρης εικόνα για τους δημότες και να αποφεύγονται παραπλανητικά συμπεράσματα.
Καταρχάς, το ακίνητο ανήκει σε έναν ιδιοκτήτη και όχι σε φορέα του δημοσίου και είναι υποθηκευμένο σε ελληνική τράπεζα και σε βρετανικό fund. Αυτή η νομική και οικονομική κατάσταση καθιστά ανέφικτη οποιαδήποτε απευθείας αγορά του ακινήτου από τον Δήμο, χωρίς προηγούμενη συμφωνία με όλους τους ενυπόθηκους και μη δανειστές πέραν του ιδιοκτήτη και διακανονισμό με όλους τους χρηματοπιστωτικούς φορείς, συμπεριλαμβανομένων του Δημοσίου.
Το ακίνητο πρόκειται να βγει σε πλειστηριασμό στην αντικειμενική του αξία που υπολείπεται της εμπορικής του κατά 3.000.000 €, καθόσον το ποσό που ζητήθηκε ως τίμημα για την αγορά του ήταν 5.000.000 €. Ένα ποσό που ήταν ανέφικτο για τον Δήμο Αλεξανδρούπολης να το καταβάλει, καθώς ούτε μπορούσαμε να διαθέσουμε σε μετρητά ούτε φυσικά να προβούμε σε δανεισμό από το Ταμείο Παρακαταθηκών, όπως έκαναν προηγούμενες διοικήσεις και ούτε φυσικά, ακόμη κι αν εξασφαλίζονταν με οποιονδήποτε τρόπο τα χρήματα αυτά, υπήρχαν επιπλέον 4.000.000 € για την απαιτούμενη αναστήλωση και διαμόρφωση του κτηρίου, για την οποία σύμφωνα με το πρότζεκτ που παρουσιάσαμε προέβλεπε να διαχωρίσουμε σε 44 - εσωτερικά του κτηρίου - ανοικτά καταστήματα, με ό,τι συμπεριλαμβάνει μια σκεπαστή παραδοσιακή αγορά και με μηνιαίο συμφωνημένο μίσθωμα στο ποσό των 24.000 ευρώ που θα εξασφαλιζόταν από την υπομίσθωση των επιμέρους καταστημάτων.
Ωστόσο, ο Δήμος δεν έχει τη δυνατότητα, νομικά και θεσμικά, να συμμετάσχει σε τέτοιες διαδικασίες πλειστηριασμού. Επιπλέον, ακόμη κι αν μπορούσε να αποκτήσει το ακίνητο, θα απαιτούνταν πολλαπλάσια κονδύλια για τη συντήρηση και την ανακατασκευή του, ποσά που δεν μπορούν να διασφαλιστούν για ιδιωτικό ακίνητο.
Μάλιστα, ο Δήμαρχος είχε πραγματοποιήσει συναντήσεις και επαφές τόσο με τον κύριο ιδιοκτήτη του ακινήτου όσο και με τις εμπλεκόμενες τράπεζες, με αντικείμενο την ενδεχόμενη εκμίσθωση του χώρου. Η ελληνική Τράπεζα ανταποκρίθηκε στις επαφές, ενώ η άλλη πλευρά (το βρετανικό fund) δεν απάντησε έως σήμερα.
Παράλληλα, είχαν γίνει στοχευμένες συζητήσεις με τον Περιφερειάρχη, προκειμένου να εξεταστεί η δυνατότητα ένταξης του έργου σε χρηματοδοτικό εργαλείο, εφόσον καταστεί εφικτή η χρήση του ακινήτου με τρόπο που να επιτρέπει τη δημόσια αξιοποίησή του, παρόλο που όλα τα χρηματοδοτικά εργαλεία απαιτούν ιδιοκτησία ή μακροχρόνια μίσθωση 20ετίας.
Κατανοούμε τη σημασία του δημόσιου διαλόγου και της κριτικής, αλλά σε ζητήματα τέτοιας πολυπλοκότητας απαιτείται υπευθυνότητα, γνώση και συνεργασία - όχι απλοϊκές προσεγγίσεις και επιφανειακές κρίσεις.»
[post_ads]
ΣΧΟΛΙΑ
Μπορείτε να σχολιάσετε μέσω Facebook ή Blogger (Google) επιλέγοντας την αντίστοιχη καρτέλα από πάνω